Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τον πλανήτη. Το φάντασμα της καταστροφής του.
Οικολόγοι, περιβαλλοντολόγοι, περιβαλλοντιστές, προστατευτιστές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, επιστήμονες, τραπεζίτες [Ροκφέλερ, Ρότσιλντ], πετρελαιάδες [Μωρίς Στρονγκ], στελέχη πολυεθνικών εταιρειών [της Shell, για παράδειγμα], πολιτικοί [όπως ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ], οικοφασίστες [Herbert Gruhl και Baldur Springman, στη Γερμανία[1]], οικοαναρχικοί [κοινωνική οικολογία του Murray Bookchin, στις ΗΠΑ], δημοσιογράφοι, γαλαζοαίματοι [ο αείμνηστος πρίγκιπας Βερνάρδος της Ολλανδίας και ο Φίλιππος της Μεγάλης Βρετανίας], ιερωμένοι [είναι γνωστό το ενδιαφέρον του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου για το περιβάλλον, εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως «πράσινος πατριάρχης»[2]] -όλοι τους εν αγαστή συνεργασία- προειδοποιούν, προτείνουν, και λαμβάνουν, μέτρα για την «προστασία της φύσης» και τη «σωτηρία του πλανήτη».
Ξηρασία, λειψυδρία και ερημοποίηση [«οι πόλεμοι του μέλλοντος θα γίνονται για το νερό»], μολυσμένα ποτάμια, λίμνες και ωκεανοί, όξινη βροχή, αφανισμένα δάση, εξαντλημένα καλλιεργήσιμα εδάφη, φυτοφάρμακα και λιπάσματα, καλλιέργειες μεταλλαγμένων, ατμοσφαιρικοί ρύποι, τρύπες του όζοντος, φαινόμενο του θερμοκηπίου και υπερθέρμανση του πλανήτη, υπερπληθυσμός, κίνδυνοι για τη βιόσφαιρα και επαπειλούμενα είδη, τοξικά απόβλητα… Ο κατάλογος με τους «κινδύνους» που αντιμετωπίζει η Γη και το περιβάλλον της δείχνει ατελείωτος…
Είναι όμως έτσι; Και ναι και όχι. Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί. Αλλού βρίσκεται το πρόβλημα. Σ’ αυτό το άρθρο, δεν σκοπεύω να επιχειρηματολογήσω σχετικά με την ένταση των προβλημάτων, δηλαδή πάνω στο πόσο σοβαροί ή όχι είναι αυτοί οι κίνδυνοι, ούτε θα ασχοληθώ με τους τρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζονται ή πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Το πρόβλημα έγκειται αφενός στις ρίζες της οικολογικής σκέψης και, κυρίως, στον τρόπο με τον οποίο τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες διαμορφώθηκε εκ των άνω προς τα κάτω το οικολογικό και περιβαλλοντικό κίνημα. Σε καμία περίπτωση δεν είναι στις προθέσεις μου να θίξω καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα εκατομμύρια ενεργών πολιτών στον πλανήτη, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αγωνίζονται για ένα καλύτερο περιβάλλον, για έναν καλύτερο τρόπο ζωής. Μερικές όμως πτυχές του οικολογικού κινήματος είναι, τουλάχιστον, περίεργες και θα πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας ότι η ευαισθησία και η δράση που δεν συνοδεύονται από ενημέρωση είναι απλές πομφόλυγες.
Διότι αίφνης υπάρχουν καταγγελίες ότι συγκεκριμένα εθνικά τμήματα υπερεθνικών οικολογικών οργανώσεων χρησιμοποιούν για τους διακηρυγμένους σκοπούς τους μόλις το 5% των εσόδων τους, ενώ το υπόλοιπο ποσό αφορά λειτουργικά έξοδα, ενοικίαση πολυτελών γραφείων και βιλών, όταν βέβαια δεν καταλήγει σε κάποιους μυστικούς λογαριασμούς στις ελβετικές τράπεζες. Ή όταν συγκεκριμένη οικολογική οργάνωση έχει προσλάβει, τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις, μισθοφόρους στην Αφρική για να προωθήσει συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους των ιθυνόντων της…
Το παρελθόν του μέλλοντός μας
Ο όρος οικολογία παρότι επινοήθηκε το μακρινό 1867 από τον Ερνστ Χαίκελ[3], παρέμενε σχετικά άγνωστος έξω από τους ακαδημαϊκούς κύκλους μέχρι περίπου το 1970. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκάρυ Άλλεν, «παρότι φαίνεται ότι υπήρχε από πάντα, το περιβαλλοντικό κίνημα εμφανίστηκε στο προσκήνιο της χώρας [σ.σ. των ΗΠΑ] σχεδόν μέσα σε μια νύχτα. Πριν από πέντε χρόνια [σ.σ. το βιβλίο του Άλλεν εκδόθηκε το 1976], ούτε ένα άτομο στα χίλια δεν είχε ακούσει ποτέ τη λέξη οικολογία. Αλλά ξαφνικά όλοι μας υποτίθεται ότι πανικοβληθήκαμε στη σκέψη ότι το γλοιώδες χέρι της μόλυνσης μας έπνιγε μέσα στον ύπνο μας»[4].
Κύριοι χρηματοδότες αυτού του «αυθόρμητου» περιβαλλοντικού κινήματος, πάντα σύμφωνα πάντα με τον Άλλεν, υπήρξαν τα διάφορα ιδρύματα των Ροκφέλλερ (Rockefeller Brothers Fund, Rockefeller Foundation και Rockefeller Family Fund) καθώς και ιδρύματα που ελέγχονται από αυτούς (Ίδρυμα Φορντ, Ίδρυμα Μέλλον [Gulf Oil] κ.ά.), ενώ μεταξύ των πιο ένθερμων υποστηρικτών του κινήματος συγκαταλέγονταν και οι Ρόμπερτ Ο. Άντερσον της Atlantic Richfield Oil Co. (ARCO)[5] και Χένρυ Φορντ Β΄ της εταιρείας Ford, αλλά και ιδρύματα άμεσα συνδεδεμένα με το πετρελαϊκό κατεστημένο, όπως το Gulf Oil Foundation, το Mobil Foundation και το Union Oil of California Foundation. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως θα δούμε στη συνέχεια, οι ευρωπαίοι «πετρελαιάδες» είχαν ήδη δείξει το δρόμο λίγα χρόνια νωρίτερα ιδρύοντας τις δικές τους περιβαλλοντικές οργανώσεις. Και όπως θα περίμενε κανείς ένας άνθρωπος των εταιρειών πετρελαίου, ο Μωρίς Στρονγκ, ήταν αυτός που ανέλαβε την οργάνωση του κινήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τι ακριβώς είχε συμβεί και εκδηλώθηκε αυτό το ξαφνικό ενδιαφέρον της αμερικανικής ελίτ για το οικολογικό κίνημα;
Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα ίσως υπάρχει σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Foreign Affairs (τεύχος Απριλίου 1970) του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR), μιας δεξαμενής σκέψης που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Ροκφέλερ. Συντάκτης του άρθρου «Πρόταση για την αποτροπή της ερημοποίησης του κόσμου»[6] ήταν ο εκ των αρχιτεκτόνων της πολιτικής του Ψυχρού Πολέμου διπλωμάτης Τζωρτζ Κένναν. Το άρθρο γράφτηκε προφανώς για τη «διαφώτιση» των εργατριών μελισσών που υπηρετούν πιστά την υπερεθνική ελίτ. Για να γνωρίζουν προς τα πού πάει ο κόσμος. Ή, μάλλον, προς τα πού τον πάνε.
Ο Κένναν, στο άρθρο του, υποστήριζε τη δημιουργία μιας υπερεθνικής και μη-κυβερνητικής οργάνωσης, της Διεθνούς Περιβαλλοντικής Υπηρεσίας (International Environmental Agency), που θα αναλάμβανε το ρόλο της αντιμετώπισης της καταστροφής του περιβάλλοντος…
Ο Κένναν θεωρούσε, στο άρθρο του, ως εξαιρετικά σημαντική την πρωτοβουλία του ΟΗΕ για τη διοργάνωση της Συνδιάσκεψης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον, που θα γινόταν στη Στοκχόλμη το 1972. «Ψυχή και σώμα» εκείνης της συνδιάσκεψης, όπως και εκείνων του Ρίο και του Κυότο, ήταν κάποιος Καναδός -«ανανήψας» πετρελαιάς- ο Maurice Strong, στενός συνεργάτης των Ροκφέλερ, και σύμβουλος σε θέματα περιβάλλοντος σχεδόν όλων των Γενικών Γραμματέων του ΟΗΕ τα τελευταία σαράντα χρόνια…
Για να γίνει όμως κατανοητό το πλαίσιο μέσα στο οποίο «αναπτύχθηκε» το «οικολογικό» κίνημα στις αρχές της δεκαετίας του 1970, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Πέραν της «ιδεολογίας» όμως υπάρχουν και κάποια οικονομικά θέματα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο πρασίνισμα του πλανήτη.
Με τη Συμφωνία του Μπρέτον Γουντς (1944) οι νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έθεσαν τις βάσεις για τη δημιουργία του μεταπολεμικού στάτους κβο. Η σχέση όλων των νομισμάτων καθορίστηκε με βάση την ισοτιμία δολαρίου-χρυσού που ορίστηκε στη σταθερή ισοτιμία των 35 δολαρίων η ουγκιά. Το σύστημα αποδείχτηκε αποτελεσματικό για τα επόμενα 25 χρόνια, περίοδο που χαρακτηρίστηκε από τους υψηλούς, και χωρίς πληθωρισμό, ρυθμούς ανάπτυξης στις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη. Το τεράστιο κόστος ωστόσο του πολέμου στο Βιετνάμ είχε ως αποτέλεσμα τη διαρκή επιδείνωση του ισοζυγίου πληρωμών των ΗΠΑ, τα αποθέματα χρυσού των οποίων μειώνονταν διαρκώς. Επειδή κυκλοφορούσαν στον κόσμο πάρα πολλά δολάρια, οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη τα μετέτρεπαν σε χρυσό με βάση τη σταθερή ισοτιμία των 35 δολαρίων ανά ουγκιά. Αυτό σήμαινε ότι οι ΗΠΑ έπρεπε έμμεσα να χρηματοδοτούν με το δολάριο τα αποθέματα χρυσού των κεντρικών τραπεζών, κάτι που οδήγησε στις 15 Αυγούστου 1971 τον πρόεδρο Νίξον στην απόφαση να εγκαταλείψει τον κανόνα του χρυσού και να υποτιμήσει το δολάριο, επιτρέποντας την ελεύθερη διακύμανσή του. Οι αλλοδαποί κάτοχοι δολαρίων δεν μπορούσαν πλέον να τα ανταλλάξουν με το χρυσό των ΗΠΑ. Οι ισοτιμίες όλων πλέον των νομισμάτων καθορίζονταν όχι με βάση την αξία του χρυσού αλλά με βάση την ισοτιμία του δολαρίου[7].
Το δολάριο υποτιμήθηκε κατά 8% (στα 38 δολ./ουγκιά), ενώ οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε νέα υποτίμηση το Φεβρουάριο του 1973 (στα 42,22 δολ./ουγκιά), λόγω της διαρκούς εκροής κεφαλαίων προς την Ιαπωνία και την Ευρώπη. Οι δυτικοευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ (κυρίως οι Γάλλοι) ζητούσαν την κατά 100% υποτίμηση του δολαρίου (στα 70 δολ./ουγκιά) κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των εξαγωγών και την τόνωση της βιομηχανικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ.
Όπως αναφέρει ο F. William Engdahl, μετά τον Αύγουστο του 1971, κυρίαρχη πολιτική των ΗΠΑ, όπως αυτή εκφραζόταν από τον Χένρυ Κίσσινγκερ, Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Νίξον, ήταν πλέον ο έλεγχος και όχι η ανάπτυξη των οικονομιών σε ολόκληρο των κόσμο. Η μείωση του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρες, και όχι η μεταφορά τεχνολογίας και η βιομηχανική ανάπτυξη, αποτέλεσε την κυρίαρχη προτεραιότητα των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1970[8].
Οι γνωστοί πετρελαϊκοί κύκλοι της Δύσης («Επτά Αδελφές») και οι συνοδοιπόροι τους οργάνωσαν το 1973 τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο των Έξι Ημερών. Στόχος τους αφενός μεν η κατακόρυφη αύξηση των κερδών τους (σε ελάχιστους μήνες η τιμή του αργού πετρελαίου ανέβηκε κατά 400%) και αφετέρου η τόνωση της αμερικανικής και βρετανικής οικονομίας με την εισροή πετροδολαρίων από τις αραβικές χώρες. Λέγεται ότι το θεοκρατικό-δικτατορικό καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας τυγχάνει της άνευ όρων πολιτικής και στρατιωτικής υποστήριξης των ΗΠΑ εξαιτίας της διμερούς συμφωνίας για την επένδυση όλων των πετροδολαρίων στην αμερικανική οικονομία. Ο Σαντάμ Χουσεΐν αρνήθηκε να προσυπογράψει μια τέτοια συμφωνία…
Την ίδια περίοδο τα οικολογικά κινήματα στις χώρες της Δύσης στρέφονταν κατά της χρήσης πυρηνικής ενέργειας. Ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα υπέρ ή κατά της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, το ζητούμενο για την υπερεθνική ελίτ είναι ο πλήρης έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών και ο πλήρης έλεγχος των ενεργειακών αποθεμάτων του πλανήτη. Δηλαδή, ο πλήρης έλεγχος πάνω στον πλανήτη. Η διαρκής συσσώρευση κερδών και η μη-ανάπτυξη των «αναπτυσσόμενων» χωρών.
Κάποια άλλη οικονομική πτυχή του «οικολογικού» προβλήματος ήταν ήδη ορατή από το 1971. «Οι εταιρείες που προκαλούν τη μεγαλύτερη μόλυνση, ασχολούνται επίσης και με τη βιομηχανία αντιμόλυνσης (ΕΣΣΟ, Μπόινγκ, Στάνταρντ Όιλ, Φορντ, κτλ.). Η εξήγηση είναι αρκετά απλή: “χάρη στους φορολογούμενους που είναι πρόθυμοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να πληρώσουν τα έξοδα της μάχης εναντίον της μόλυνσης, η βιομηχανία αντιμόλυνσης θα αποτελέσει μια νέα προωθητική δύναμη, πηγή κέρδους γι’ αυτούς που πρώτοι θα κατακτήσουν αυτήν την καινούργια και απέραντη αγορά” (Usine Nouvelle, περιοδικό του συλλόγου των Γάλλων βιομηχάνων, Φλεβάρης 1971)»[9].
Σύμφωνα με τον Allen, κατά την εικοσαετία 1970-1990, «η κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές [σ.σ. στις ΗΠΑ] έχουν ξοδέψει σχεδόν ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, σύμφωνα με υπολογισμούς του υπουργείου Εμπορίου, για να καθαρίσουν το περιβάλλον».
Μωρίς Στρονγκ
Οι New York Times τον έχουν χαρακτηρίσει ως «Προστάτη του Πλανήτη». Το New Yorker έχει αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η επιβίωση του πολιτισμού σε μια μορφή παρόμοια με τη σημερινή ίσως εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις προσπάθειες ενός και μοναδικού ανθρώπου»[10]. Περί τίνος πρόκειται; Μα, για τον Μωρίς Στρονγκ.
Ο Καναδός Μωρίς Στρονγκ (γεν. 1929) άρχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία στον χώρο των πετρελαίων. Αγόρασε και, στη συνέχεια, πούλησε αρκετές προβληματικές ενεργειακές επιχειρήσεις και στα 35 του έγινε πρόεδρος της Power Corporation of Canada. Το 1966 τέθηκε επικεφαλής της Διεθνούς Αναπτυξιακής Υπηρεσίας του Καναδά (CIDA), αρχίζοντας έτσι να δικτυώνεται σε διεθνές επίπεδο.
Ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Ου Θαντ, εντυπωσιασμένος από τη δουλειά του στη CIDA του ζήτησε να οργανώσει την πρώτη διεθνή Διάσκεψη για τη Γη – τη Συνδιάσκεψη για το Ανθρώπινο Περιβάλλον της Στοκχόλμης το 1972. Ο Στρονγκ δεν επιλέχθηκε γι’ αυτή τη θέση λόγω του ενδιαφέροντός του για θέματα περιβάλλοντος, αλλά επειδή ο εκπρόσωπος της Σουηδίας στα Ηνωμένα Έθνη πίστευε ότι ο Στρονγκ, με το εκτεταμένο διεθνές δίκτυο επαφών του, ήταν ο μόνος που θα κατάφερνε να συμμετάσχουν στη διάσκεψη τόσο οι ανεπτυγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες χώρες.
Ήδη από τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης, ο Στρονγκ προειδοποιούσε για την υπερθέρμανση της Γης, την καταστροφή των δασών, τους κινδύνους για τη βιοποικιλότητα, τους μολυσμένους ωκεανούς, την πληθυσμιακή βόμβα. Στη Συνδιάσκεψη είχε προσκαλέσει τις νεοεμφανισθείσες εκείνη την περίοδο περιβαλλοντικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, για τη χρηματοδότηση των οποίων φρόντισε τα επόμενα χρόνια. Μετά τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης τα περιβαλλοντικά θέματα αποτέλεσαν πρώτο θέμα στην επικαιρότητα, τουλάχιστον όσον αφορούσε τη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Την ίδια περίοδο ο Στρονγκ έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Ροκφέλερ.
Το 1973, ο Στρονγκ ορίζεται διευθυντής του νέου Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ, η δημιουργία του οποίου είχε αποφασιστεί στη Στοκχόλμη. Το 1975, μετά την πετρελαϊκή κρίση των προηγούμενων χρόνων ο πρωθυπουργός του Καναδά Πιέρ Τρυντώ τον κάλεσε να επιστρέψει στη χώρα και να αναλάβει την ημικρατική εταιρεία Petro-Canada, που μόλις είχε ιδρυθεί.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Στρονγκ εγκατέλειψε την Petro-Canada και αφοσιώθηκε ξανά στις business κλείνοντας διάφορες επιχειρηματικές συμφωνίες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και μία με τον περιβόητο Αντνάν Κασόγκι, που στο τέλος του απέφερε ένα κτήμα 40.000 εκταρίων στο Μπάκα του Κολοράντο, που η σύζυγός του Χάννε μετέτρεψε σε κέντρο του New Age. Την ίδια περίοδο έγινε αντιπρόεδρος του WWF, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1981. Το 1985 επέστρεψε στον ΟΗΕ ως συντονιστής για το πρόγραμμα αντιμετώπισης της πείνας στην Αφρική (Σομαλία και Αιθιοπία). Και το 1989 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (Διάσκεψη για τη Γη), που θα γινόταν τρία χρόνια αργότερα στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Οι μέθοδοι που είχαν χρησιμοποιηθεί είκοσι χρόνια νωρίτερα στη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης τελειοποιήθηκαν. Στο Ρίο έλαβε χώρα η μεγαλύτερη συνάντηση Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που έγινε ποτέ. Ωστόσο, δικαίωμα συμμετοχής είχαν μόνον οι οργανώσεις που διέθεταν «διαπιστευτήρια» από τον ΟΗΕ. Και μόνον εκείνες που υποστήριζαν την Ατζέντα Στρονγκ-ΟΗΕ χρηματοδοτήθηκαν.
Ο Στρονγκ που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη Συμφωνία του Κυότο, τα τελευταία χρόνια ήταν ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν στην Βόρειο Κορέα. Μόλις τον περασμένο Απρίλιο [σ.σ. του 2005], ωστόσο, «έθεσε τον εαυτό του σε διαθεσιμότητα» καθώς ερευνητές του ΟΗΕ εξετάζουν τις σχέσεις του με τον Νοτιοκορεάτη επιχειρηματία Τόνγκσουν Παρκ, ο οποίος έχει κατηγορηθεί για συμμετοχή στο σκάνδαλο πετρέλαιο-για-τρόφιμα στο Ιράκ. Οι στενές σχέσεις του Στρονγκ με τον Παρκ ίσως θέτουν πρόβλημα σύγκρουσης συμφερόντων όσον αφορά τον ρόλο του πρώτου ως ειδικού απεσταλμένου στην Κορέα. Ο Παρκ έχει κατηγορηθεί ότι δωροδοκήθηκε με εκατομμύρια δολάρια από την ιρακινή κυβέρνηση (επί Σαντάμ Χουσεΐν)[11].
Ο άνθρωπος που έχει χαρακτηριστεί ως ο «Μιχαήλ Άγγελος της δικτύωσης», λόγω των στενών δεσμών με την υπερεθνική ελίτ, από τους Ροκφέλερ και τους Ρότσιλντ ως τον Γκορμπατσώφ και το οικολογικό κίνημα, έχει αφήσει τη δική του σφραγίδα στην ιστορία του πλανήτη τα τελευταία σαράντα χρόνια. Για να κατανοήσουμε το επίπεδο των διασυνδέσεών του αρκεί να αναφέρουμε ότι ήταν ο άνθρωπος που προσέλαβε σε μία από τις πετρελαϊκές θυγατρικές εταιρείες του στην Αυστραλία τον Τζέιμς Γούλφενσον, αμέσως μετά την αποφοίτηση του τελευταίου από το Χάρβαρντ. Χρόνια αργότερα ο Τζ. Γούλφενσον, που υπήρξε από το 1996 μέχρι πρόσφατα πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, προσέλαβε ως σύμβουλό του τον Μωρίς Στρονγκ…
WWF
Το World Wildlife Fund (WWF -Παγκόσμιο Ταμείο για την Άγρια Ζωή) ιδρύθηκε το 1961. Το 1986, ωστόσο, επειδή αυτό το όνομα «δεν αντανακλούσε πια τη σφαίρα των δραστηριοτήτων του» άλλαξε σε Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (World Wide Fund for Nature), αν και τα εθνικά τμήματα του Καναδά και των ΗΠΑ διατήρησαν το αρχικό όνομα. Τελικά, λόγω της σύγχυσης που δημιουργήθηκε από τις διαφορετικές μεταφράσεις του ονόματος της οργάνωσης στις διάφορες γλώσσες, το δίκτυο της WWF συμφώνησε το 2001 να χρησιμοποιεί πλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο, το αρχικό ακρωνύμιο της οργάνωσης: WWF[12].
Η ιδέα για τη δημιουργία της οργάνωσης ανήκει στον διακεκριμένο Βρετανό βιολόγο σερ Τζούλιαν Χάξλεϋ, αδελφό του γνωστού συγγραφέα Άλντους Χάξλεϋ, ο οποίος το 1961 επισκεπτόμενος την Δυτική Αφρική για λογαριασμό της UNESCO διαπίστωσε ότι «το φυσικό περιβάλλον καταστρεφόταν και τα ζώα κυνηγιούνταν με τέτοιους ρυθμός που το μεγαλύτερο μέρος της άγριας ζωής στην περιοχή θα εξαφανιζόταν μέσα στα επόμενα είκοσι χρόνια».
Τα άρθρα που δημοσίευσε ο Χάξλεϋ στον Observer ευαισθητοποίησαν την κοινή γνώμη και αρκετούς επιφανείς Βρετανούς, μεταξύ των οποίων ήταν και ο επιχειρηματίας Βίκτωρ Στόλαν (Victor Stolan) που, σε επιστολή του προς τον Χάξλεϋ, τόνισε «την πιεστική ανάγκη [για τη δημιουργία] μιας διεθνούς οργάνωσης που θα συγκέντρωνε χρήματα για τη διατήρηση [του φυσικού περιβάλλοντος]». Ο Χάξλεϋ ήρθε σε επαφή με τον ορνιθολόγο Μαξ Νίκολσον, γενικό διευθυντή της Βρετανικής Εφορείας για τη Διατήρηση και την Προστασία της Φύσης, ο οποίος συγκέντρωσε μία ομάδα επιστημόνων και ειδικών της διαφήμισης και των δημοσίων σχέσεων, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Πήτερ Σκοτ, αντιπρόεδρος της IUCN. Η ομάδα αποφάσισε να εγκαταστήσει τη βάση των επιχειρήσεών της στην ουδέτερη Ελβετία, όπου βρισκόταν ήδη τα κεντρικά γραφεία της IUCN[13].
Η «φιλανθρωπική οργάνωση» WWF ιδρύθηκε επισήμως στις 11 Σεπτεμβρίου 1961.
Πρώτος πρόεδρος (1962-1976) του διεθνούς τμήματος του WWF υπήρξε η Αυτού Βασιλική Υψηλότης πρίγκηπας Βερνάρδος της Ολλανδίας, σύζυγος της βασίλισσας Βεατρίκης της Ολλανδίας. Ο Βερνάρδος, που χαρακτηρίζεται στον επίσημο ιστότοπο της WWF ως «Ιδρυτής Πρόεδρος» της οργάνωσης και ως «Ιπτάμενος Πρίγκιπας της Διατήρησης», είναι περισσότερο γνωστός ως ιδρυτής πρόεδρος της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι και ο Λώρενς Ροκφέλλερ, αδελφός του συνιδρυτή και ιθύνοντος νοός της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ Ντέιβιντ Ροκφέλερ, είχε χαρακτηριστεί, ως «Κύριος Προστασία της Φύσης»[14].
Επόμενος πρόεδρος της WWF (την περίοδο 1976-1981) υπήρξε, σύμφωνα με τον ιστότοπο της WWF, ο «Μεγάλος Γέροντας της Shell» ολλανδός Τζων Χ. Λούντον (John H. Loudon). Ο Λούντον ήταν πρόεδρος της Royal Dutch/Shell (της γνωστής πετρελαϊκής εταιρείας) από το 1951 ως το 1965, και επί σειρά ετών μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής της Chase Manhattan Bank, της τράπεζας των Ροκφέλερ.
Η Αυτού Βασιλική Υψηλότης Δούκας του Εδιμβούργου υπήρξε πρόεδρος της WWF από το 1981 ως το 1996. Σήμερα είναι επίτιμος πρόεδρος της WWF. Στον επίσημο ιστότοπο της WWF αναφέρεται έτσι απλά: Δούκας του Εδιμβούργου, άνευ λοιπών στοιχείων. Ούτε καν το μικρό του όνομα: για παράδειγμα, «Tade, Duke of Edinburgh». Λοιπόν, ο «Tade» δεν είναι άλλος από τον Φίλιππο Μαουντμπάντεν (τέως Μπάττενμπεργκ, τέως πρίγκηπας της Ελλάδας και της Δανίας) και νυν Δούκας του Εδιμβούργου και βασιλικός σύζυγος της βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι στους τρεις πρώτους προέδρους του διεθνούς τμήματος της WWF συγκαταλέγονται δύο βασιλικοί σύζυγοι (Ολλανδίας και Ηνωμένου Βασιλείου) και ένα ανώτατο στέλεχος της βρετανο-ολλανδικής εταιρείας Royal Dutch/Shell. Η Royal Dutch/Shell Group, όπως είναι η επίσημη ονομασία της, δημιουργήθηκε το 1907 από τη συγχώνευση της ολλανδικής εταιρείας Royal Dutch (εκ των ιδρυτών της οποίας ήταν και ο Χιούγκο Λούντον, πατέρας του μετέπειτα προέδρου της εταιρείας και της WWF Τζων Χ. Λούντον) και της βρετανικής Shell Transport and Trading Company, που είχε ιδρύσει το 1897 ο Μάρκους Σάμιουελ. Οι δύο μητρικές εταιρείες, που ήθελαν με τη συγχώνευσή τους να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό της Standard Oil του Ροκφέλερ, ίδρυσαν στη συνέχεια δύο εταιρείες χαρτοφυλακίου (holding), τις Shell Petroleum NV και Shell Petroleum Company Limited, στις οποίες η Royal Dutch ελέγχει το 60% των μετοχών και η Shell Transport and Trading το 40%. Σήμερα η βασιλική οικογένεια της Ολλανδίας αποτελεί το μεγαλύτερο μέτοχο της Royal Dutch/Shell.
Ποιες ακριβώς είναι οι απόψεις αυτών των «υψηλότατων» οικολόγων;
Ο Φίλιππος Μαουντμπάντεν είχε δηλώσει τον Αύγουστο του 1998: «Σε περίπτωση μετενσάρκωσής μου, θα ήθελα να επιστρέψω σαν θανατηφόρος ιός, για να συνεισφέρω κάτι για την επίλυση του [προβλήματος του] υπερπληθυσμού…»[15].
Προλογίζοντας το βιβλίο της Fleur Cowles[16], Αν Ήμουν Ζώο[17], ο Φίλιππος έγραφε: «Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν να μετενσαρκωθώ σε κάποιο ζώο, που το είδος του έχει μειωθεί αριθμητικά τόσο που να απειλούνταν με εξαφάνιση. Ποια θα ήταν τα αισθήματά του προς το ανθρώπινο είδος που η πληθυσμιακή του έκρηξη το εμπόδισε να ζήσει κάπου… Πρέπει να εξομολογηθώ ότι μπαίνω στον πειρασμό να ζητήσω να μετενσαρκωθώ σαν ένας ιδιαίτερα θανατηφόρος ιός…»[18].
Τέλος, ο βασιλικός σύζυγος τόνιζε σε συνέντευξή του προς το περιοδικό People στις 21 Δεκεμβρίου 1986: «Όσο περισσότεροι άνθρωποι, τόσο περισσότερους πόρους καταναλώνουν, τόσο περισσότερη μόλυνση δημιουργούν, τόσο περισσότερο συγκρούονται. Δεν έχουμε άλλη επιλογή. Αν δεν ελεγχθεί [ο πληθυσμός] εκούσια, θα ελεγχθεί ακούσια μέσω της αύξησης των ασθενειών, της πείνας και του πολέμου…»[19]
Τα όβολα, εν ολίγοις, δεν περισσεύουν για να φάμε όλοι μας. Κι όσα περισσεύουν θα πρέπει να τους τα «χορηγούμε» … Και βέβαια εκείνο το «ακούσια» στην τελευταία ρήση του Φιλίππου δεν παραπέμπει σε «φυσικά φαινόμενα», ειδικότερα αν συνδυαστεί με τα περί θανατηφόρων ιών…
Οι απόψεις που εκφράζει ο Φίλιππος κάθε τι άλλο παρά περίεργες είναι στο χώρο της υπερεθνικής και οικολογικής ελίτ.
Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρει ο εκ των ιδρυτών της Λέσχης της Ρώμης[20] Αλεξάντερ Κινγκ, που συνέγραψε με τον Μπέρτραντ Σνάιντερ το βιβλίο Η Πρώτη Παγκόσμια Επανάσταση: «Ψάχνοντας για έναν καινούργιο εχθρό που θα μας ενώσει, καταλήξαμε στην ιδέα ότι η μόλυνση, η απειλή της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η λειψυδρία και τα παρόμοια ήταν ό,τι χρειαζόμασταν. Όλοι αυτοί οι κίνδυνοι προκαλούνται από την ανθρώπινη επέμβαση… Ο πραγματικός εχθρός, λοιπόν, είναι η ίδια η ανθρωπότητα»[21].
Αυτό που προκαλεί εντύπωση, πέραν των «ανθρωπιστικών» απόψεων των διαφόρων οικολόγων -απόψεις εξαιρετικά συνηθισμένες σ’ αυτούς τους κύκλους-, είναι το γεγονός ότι το ζητούμενο δεν είναι η επίλυση των ποικίλων περιβαλλοντικών προβλημάτων αλλά η εξεύρεση κάποιων προπαγανδιστικών συνθημάτων που θα «μας» συνενώσουν -υπό την «αιγίδα» ποίων άραγε- ούτως ώστε να επιτευχθεί η σωτηρία της ανθρωπότητας από τον ίδιο τον εαυτό της.
Η ανθρώπινη παρουσία θεωρείται ως «καρκίνος» του κόσμου[22], ο Dave Foreman, ιδρυτής της οργάνωσης Earth First!, θεωρεί ότι «οι άνθρωποι είναι μια αρρώστια, ένας καρκίνος της φύσης»[23], ενώ ο Paul Watson, εκ των συνιδρυτών της Greenpeace, από την οποία παραιτήθηκε ή κατ’ άλλους απομακρύνθηκε το 1977, επειδή, όπως λέγεται, παραβίασε την αρχή της οργάνωσης περί «μη βίαιης» δράσης, και ίδρυσε την οργάνωση Sea Sheperd Conservation Society[24], το έθεσε ως εξής: «εμείς, το ανθρώπινο είδος, αποτελούμε πια μια επιδημία για τη Γη», στην πραγματικότητα, «το AIDS της Γης»[25].
Παρατηρούμε ότι ενώ πολλοί οικολόγοι επικρίνουν την ιουδαιοχριστιανική άποψη περί κυριαρχίας του ανθρώπου επί της Γης, τελικά καταλήγουν εκφραστές των πλέον σκοταδιστικών θεολογικών δογμάτων, σύμφωνα με τα οποία ο άνθρωπος έχει εκπέσει του Παραδείσου και γι’ αυτό θα πρέπει να κληθεί να πληρώσει για τα αμαρτήματά του, όχι ενώπιον κάποιου επουράνιου θεού αλλά ενώπιον μιας επίγειας ή ένγειας θεότητας- με την κυριολεκτική έννοια του όρου: της μητέρας Γης. Ή όπως το έθεσε και πάλι ο Paul Watson: «Όσον με αφορά, δεν πιστεύω στους υλοτόμους, πιστεύω στα δέντρα. Δεν πιστεύω στους ψαράδες, πιστεύω στα ψάρια. Δεν πιστεύω στους μεταλλωρύχους, πιστεύω στους βράχους κάτω από τα πόδια μου. Δεν πιστεύω σε κάποια χιμαιρική πνευματικότητα, πιστεύω στα ουράνια τόξα, στους ποταμούς, στα βουνά και στα βρύα. Δεν πιστεύω στους περιβαλλοντιστές, πιστεύω στο περιβάλλον. Είμαι υπερήφανος προδότης του είδους μου σε συμμαχία με τη μητέρα μου τη Γη και σε αντίθεση με εκείνους που θα την καταστρέψουν, εκείνα τα παράσιτα που πιστεύουν ότι η Γη βρίσκεται εδώ για να υπηρετεί τα ανθρώπινα συμφέροντα»[26].
Μια Νέα Εποχή
Μια Νέα Εποχή ανέτειλε για τον κόσμο μετά την κατάρρευση του Ερυθρού Μπλοκ. Το χρώμα αυτής; Πράσινο!
Ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, τελευταίος ηγέτης της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, μετά την κατάρρευση του Σιδηρού Παραπετάσματος ίδρυσε τον Διεθνή Πράσινο Σταυρό[27] και συνίδρυσε με τον Μωρίς Στρονγκ και τον Στήβεν Ροκφέλλερ (γιο του Νέλσωνα) την οργάνωση Πρωτοβουλία για τον Καταστατικό Χάρτη της Γης (Earth Charter Initiative[28].
Μια τελείως Νέα Εποχή. Τελείως New Age. Τελείως οικολογική και πράσινη. Με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις όπως το Lucis Trust της θεοσοφίστριας Alice Bailey, με Κέντρα για τον Σοβιετικο-Αμερικανικό Διάλογο, με Ναούς Κατανόησης (επίσης ΜΚΟ αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ), με βοηθούς Γ.Γ. του ΟΗΕ (Dr. Robert Muller), με Ιδρύματα, όπως το Εσάλεν και το Ίδρυμα Ερευνών Στάνφορντ αλλά και το Ίδρυμα Νοητικών Επιστημών του Willis Harman και Συνωμοσίες του Υδροχόου της Marylin Ferguson και ιδρύματα Napora στο Baca Estate του Μωρίς Στρονγκ.
Στην Εποχή του Υδροχόου όλοι είμαστε αδέλφια. Όσοι από εμάς επιζήσουν από τους περιβαλλοντικούς σεισμούς-λιμούς-καταποντισμούς. Και όσοι εξ ημών διαθέτουμε τα κατάλληλα -για τα γούστα των «υψηλοτάτων»- γονίδια…
Συμπέρασμα
Συμπέρασμα; Το παλιό, καλό, κλασικό των Ρωμαίων: Divide et Impera. Διαίρει και Βασίλευε [«να προκαλείς διχασμό στους αντιπάλους ή τους εξουσιαζόμενους, διότι έτσι τους διοικείς ευκολότερα, ασκείς χωρίς φόβο την εξουσία σου»[29]]. Οι κάτοικοι ενός μικρού χωριού στην Αρμορική της Γαλατίας φοβόντουσαν μόνον «μην πέσει ο ουρανός στα κεφάλια» τους. Και αυτό δεν είχε να κάνει με τους Ρωμαίους.
Δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, τα πράγματα έχουν βελτιωθεί ή επιδεινωθεί -εξαρτάται από την οπτική γωνία του καθενός μας- σε απίστευτο βαθμό. Εκείνοι που μας πουλούν τα «προβλήματα» και τους «φόβους» μας, μας πουλούν και τις «λύσεις» σ’ αυτά.
Το διακύβευμα είναι τεράστιο.
Οι Επικυρίαρχοι -όσο και αν μας απεχθάνονται- δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς εμάς.
Εμείς μπορούμε να ζήσουμε χωρίς εκείνους; Χωρίς τα «προβλήματά» τους και χωρίς τις «λύσεις» τους;
Σημειώσεις[1] Για τους Γερμανούς οικοφασίστες, βλ. Janet Biehl,Peter Staudenmaier, Οικοφασισμός-Μαθήματα από την Γερμανική Εμπειρία, εκδ. Ισνάφι, Ιωάννινα, 2003, μετ. Β. Καπετανγιάννης, Β. Κούταλης, σελ. 76, 90-98. [2] Καθημερινή, 16 Ιουνίου 2002.
[3] Ernst Haeckel (1834-1919). Γερμανός ζωολόγος, θερμός υποστηρικτής του Δαρβίνου και της εξελικτικής θεωρίας, φυλετιστής, ενθουσιώδης υποστηρικτής του φυλετικού ευγονισμού. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους ιδεολόγους της Γερμανίας όσον αφορά τον ρατσισμό, τον εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό. Προς το τέλος της ζωής του έγινε μέλος στην Εταιρεία της Θούλης, «μια μυστική οργάνωση της ριζοσπαστικής δεξιάς η οποία διαδραμάτισε έναν ρόλο κλειδί στην δημιουργία του ναζιστικού κόμματος» (Οικοφασισμός, ό.π., σελ. 18).
[4] Gary Allen, The Rockefeller File, ‘76 Press: Seal Beach, Καλιφόρνια, 1976, www.mega.nu_3A8080/ampp/gary_allen_rocker/index.html, κεφ. 11.
[5] Σύμφωνα με τον Engdahl (F. William Engdahl, A Century of War – Anglo-American Oil Politics and the New World Order, Paul & Co., Νέα Υόρκη, 1993), ο Άντερσον (μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων των Ροκφέλερ, της Λέσχης της Ρώμης και της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ, καθώς και ιδρυτής του Ιδρύματος Ανθρωπιστικών Μελετών Άσπεν) χρηματοδότησε την οργάνωση Friends of the Earth που, μεταξύ άλλων, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανατροπή του Αυστραλού πρωθυπουργού Gough Whitlam το 1975, για να μην τηρηθεί η συμφωνία πώλησης ουρανίου στην Ιαπωνία, που θα χρησιμοποιούνταν για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας.
[6] «Πρόταση για την αποτροπή της ερημοποίησης του κόσμου»
[7] Μωυσής Λίτσης, «Η άνοδος και η πτώση του χρυσού», «Αφιερώματα», Ελευθεροτυπία, 17-6-2000.
[8] F. William Engdahl, ό.π., κεφ. 7, «Oil and the New World Order of Bretton Woods», σ. 101-106.
[9] Πιέρ Σαμουέλ, Οικολογία-Χαλάρωση ή Δαιμονικός Κύκλος, μετ. Άννα Μαράτου, εκδ. Βέργος (Νεφέλη), 1973, σελ. 7, από τον πρόλογο στην ελληνική έκδοση που υπογράφει κάποιος με αρχικά «Η.Ν.». Το πρώτο, ίσως, βιβλίο οικολογικής προβληματικής που εκδόθηκε στην Ελλάδα.
[10] Αναφ. στο Ronald Bailey, «Who is Maurice Strong?», The National Review, 1 Σεπτεμβρίου 1997.
[11] «Maurice Strong steps down from UN post», www.cbc.ca/news, 30 Απριλίου 2005.
[12] Τα περισσότερα στοιχεία για τη WWF έχουν αντληθεί από το επίσημο site της οργάνωσης (http://www.panda.org).
[13] Τόσο ο Χάξλεϋ όσο και ο Νίκολσον ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της ευγονικής και της φυλετικής καθαρότητας. Ο Χάξλεϋ ήταν πρόεδρος της Εταιρείας Ευγονικής την περίοδο ίδρυσης της WWF. Διακηρυγμένος στόχος του «το ξεκαθάρισμα της ανθρώπινης αγέλης». Είναι επίσης χαρακτηριστικός ο υπότιτλος του βιβλίου, Η Περιβαλλοντική Επανάσταση, που δημοσίευσε ο Μαξ Νίκολσον το 1970 για την ιστορία του μεταπολεμικού περιβαλλοντικού κινήματος: «Οδηγός για τους Νέους Αφέντες της Γης» («A Guide for the New Masters of the Earth»)!
[14] Ή «κύριος Διατήρηση». Στην Αμερική χρησιμοποιείται ευρύτατα ο όρος «conservation», «διατήρηση» ή «διαφύλαξη» της φύσης. Στην Ελλάδα έχει επικρατήσει ο όρος «προστασία της φύσης».
[15] http://www.aboutsudan.com/dossiers/british_monarchy/deadly_virus.htm
[16] http://www.northwood.edu/dw/1996/cowles.html
[17] Εκδ. Robin Clark Ltd., Ηνωμένο Βασίλειο, 1986. Το βιβλίο [με αυτόν ακριβώς τον τίτλο!] εκδόθηκε και στις ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 1987.
[18] http://www.aboutsudan.com/dossiers/british_monarchy/if_i_were_an_animal.htm
[19] http://www.aboutsudan.com/dossiers/british_monarchy/philip_people_magazine.htm
[20] Λέσχη της Ρώμης: «παγκόσμια δεξαμενή σκέψης και κέντρο καινοτομιών και πρωτοβουλιών… μη κερδοσκοπική και μη κυβερνητική οργάνωση» (www.clubofrome.org). Οικολογικών, τεχνολογικών, πολιτικών και άλλων ενδιαφερόντων δεξαμενή σκέψης (με τους… γνωστούς σπόνσορες), που ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1968, κατόπιν της… ευτυχούς συγκυρίας να συναντηθεί ένας Ιταλός βιομήχανος, ο Aurelio Peccei (Fiat) που είχε δραστηριοποιηθεί προπολεμικά στην Κίνα και μεταπολεμικά στη Λατινική Αμερική, με έναν Σκώτο επιστήμονα, τον Αλεξάντερ Κινγκ, που ήταν τότε Γενικός Διευθυντής Επιστημονικών Υποθέσεων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στο Παρίσι, μετά από μεσολάβηση ενός… σοβιετικού επιστήμονα, του Jermen Gvishiani, που ήταν γαμπρός του Αλεξέι Κοσύγκιν, πρωθυπουργού τότε της ΕΣΣΔ (www.answers.com/topic/aurelio-peccei). Η μελέτη της Λέσχης Τα Όρια της Ανάπτυξης (1972), μια εν γένει αστήρικτη επιστημονικά μελέτη που ελάχιστη σχέση είχε με την πραγματικότητα τότε κι ακόμη λιγότερη σήμερα, αποτέλεσε το διεθνές best seller του περιβαλλοντικού κινήματος. Μέχρι σήμερα έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες και έχει πουλήσει περισσότερα από 30 εκατομμύρια αντίτυπα.
[21] Alexander King, Bertrand Schneider, The First Global Revolution, Club of Rome-Pantheon Books, Νέα Υόρκη, 1991, σελ. 115. Το βιβλίο αυτό, που αποτελούσε μάλλον Έκθεση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Λέσχης της Ρώμης παρά έκδοση της ίδιας της Λέσχης, εκδόθηκε με σκοπό την εκτίμηση των όσων είχαν συμβεί στην «παγκόσμια προβληματική» στα 20 χρόνια που είχαν περάσει από την έκδοση της μελέτης Τα Όρια της Ανάπτυξης.
[22] Έκφραση του «αρχιδρυΐδη» David Brower. Αναφ. στο John McPhee, Encounters with the Archdruid, Farrar, Straus and Giroux, Νέα Υόρκη, 1971, σελ. 83.
[23] Douglas S. Looney, «Protection or Provocateur?», Sports Illustrated, 27 May 1991.
[24] www.seashepherd.org
[25] Paul Watson, «On the Precedence of Natural Law», Journal of Environmental Law and Litigation, 3: 82, 1988.
[26] www.wikipedia.org, λήμμα «Paul Watson».
[27] www.greencrossinternational.net.
[28] http://www.earthcharter.org/innerpg.cfm?id_page=106.
[29] Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, λήμμα «διαιρώ».
...από το...
Θεαμαπάτες & Δικτυώματα
Το “πρασίνισμα” του πλανήτη: υπερεθνική ελίτ και οικολογία
Το “πρασίνισμα” του πλανήτη γράφτηκε στα μέσα του 2005 και είχε δημοσιευτεί στο τ. 9 του Hellenic Nexus. Σήμερα, και με αφορμή τις συζητήσεις για τη θερμοπυρηνική σύντηξη και τις σχέσεις “αριστεράς” και “οικολογίας”, το ανεβάζω για πρώτη φορά στο διαδίκτυο.
.